Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

Όταν η πραγματικότητα γυρίζει την πλάτη στιν Αλέξη Τσίπρα

Του Βασίλη Γεώργα, http://www.liberal.gr
 
Αν δεν βρισκόμασταν μπροστά στην καθοριστική 3η αξιολόγηση, θα έλεγε κανείς πως είμαστε μια ανάσα πριν από τις εκλογές. Η κυβέρνηση οδεύει προς τη ΔΕΘ έχοντας εξαπολύσει γενική επικοινωνιακή αντεπίθεση προς όλες τις κατευθύνσεις. «Ελληνο-γαλλική συμμαχία» με τον Macron, επενδυτικά προσκλητήρια, «φιλεργατικά» νομοσχέδια, έξοδος στις αγορές, αναθεώρηση του Συντάγματος, συναινετικά ανοίγματα στο ΠΑΣΟΚ και μαζί ακατάβλητες προσπάθειες διεμβολισμού του υπό ανασύσταση άξονα της κεντροαριστεράς υπό τη συνοδεία ισχυρών δόσεων από το δηλητήριο του πολιτικού διπολισμού με στόχο την ανάδειξη των διαφορών «αριστεράς-δεξιάς».

Είναι προφανές πως ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποφασίσει να ρίξει στο τραπέζι τα τελευταία του χαρτιά παίζοντας από έναν γύρο σε κάθε γήπεδο. Πιθανόν εκτιμά πως υπάρχει χρόνος για να αντιστρέψει υπέρ του το κλίμα ή τουλάχιστον αξίζει να τα χρησιμοποιήσει ως ασπίδα για να επιβραδύνει τη δική του ζημιά και να προκαλέσει φθορά στους αντιπάλους του.

Το Φθινόπωρο είναι μια περίοδος σοβαρών προκλήσεων για την κυβέρνηση και η ανάγκη αντιπερισπασμών θα ενταθεί. Δεν είναι μόνο η φορολογική λαίλαπα που επίκειται από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο και η οποία δεν μπορεί να εξουδετερωθεί φέτος με ψεύτικες παροχές. Η πρόκληση της τρίτης αξιολόγησης είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αρχικά είχε εκτιμήσει η κυβέρνηση λόγω των απαιτήσεων που προβάλλει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ενώ η ίδια η πορεία της οικονομίας είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό που εν μέρει θα απαντηθεί την Παρασκευή από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ΑΕΠ στο πρώτο 6μηνο του έτος και από την εξέλιξη των εσόδων στο δεύτερο εξάμηνο.

Ταυτόχρονα το αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών για τη σύσταση φορέα έκφρασης στην κεντροαριστερά προβάλλεται εκ των πραγμάτων ως ένας σημαντικός κίνδυνος διάτρησης της δεξαμενής ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και περαιτέρω αποδυνάμωσης της επιρροής του στο εκλογικό σώμα, ενόσω έχει ήδη διαμορφωθεί ισχυρό πλειοψηφικό ρεύμα προς την Αξιωματική Αντιπολίτευση.
Ο καταλύτης, ωστόσο, για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη διάρκεια των επόμενων μηνών είναι αναμφισβήτητα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο ρόλος του στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για την 3η αξιολόγηση που με τη σειρά της θα καθορίσει συνολικά τη διακύβευση ολοκλήρωσης ή συνέχισης των προγραμμάτων στήριξης μετά τον Αύγουστο του 2018.

Η κυβέρνηση έχει μπροστά της «μάχες» σε δύσκολα μέτωπα με το ΔΝΤ, η έκβαση των οποίων θα κρίνει το χρόνο ολοκλήρωσης της 3ης αξιολόγησης, την ομαλή «έξοδο» από τα μνημόνια καθώς και τις πολιτικές αποφάσεις που θα ληφθούν.

Η πρώτη συνδέεται με την απαίτηση του Ταμείου να εφαρμοστούν τα φορολογικά μέτρα (μείωση αφορολόγητου) ένα χρόνο νωρίτερα, το 2019, ταυτόχρονα με τις περικοπές των συντάξεων ώστε να μην εκτροχιαστεί ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Το ΔΝΤ έχει επίσης ήδη θέσει θέμα μετάθεσης των περιβόητων «αντίμετρων» από το 2019 στο 2023 όταν πλέον θα μειωθεί ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα σε λίγο πάνω από 2%, με την κυβέρνηση να εκτιμά ότι ενδεχόμενη συμφωνία της ευρωπαϊκής τρόικας σε αυτή την απαίτηση, θα ναρκοθετήσει συνολικά την αναπτυξιακή πορεία της χώρας όπως έχει εκτιμηθεί μέχρι σήμερα. Στην πραγματικότητα αυτό που ανησυχεί την κυβέρνηση είναι ότι αν αλλάξουν οι όροι του παιχνιδιού, η ίδια δεν θα μπορέσει να σηκώσει πολιτικά το βάρος της ταυτόχρονης εφαρμογής μέτρων αξίας άνω των 5 δισ. ευρώ χωρίς παροχές, σε μια χρονιά που είναι προγραμματισμένο να διεξαχθούν τρεις εκλογικές αναμετρήσεις (δημοτικές, ευρωεκλογές και πολιτικές εκλογές).

Η πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του 2017 και η σύνταξη του σχεδίου προϋπολογισμού του 2018 είναι επίσης ένα κομβικό σημείο. Αν συνεχίσει να καταγράφεται σημαντική υστέρηση στα έσοδα όπως άρχισε να διαφαίνεται από τον προηγούμενο μήνα (-730 εκατ. ευρώ) υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να ζητηθεί από τους δανειστές η λήψη πρόσθετων μέτρων για το 2018 είτε από το σκέλος των φόρων είτε της άμεσης μείωσης δημοσίων δαπανών.

Έπειτα υπάρχει το δύσκολο ζήτημα της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών όπως το θέτει μετ’ επιτάσεως το ΔΝΤ ζητώντας από τώρα να προβλεφθούν διαθέσιμα τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ από το δάνειο του ESM για μελλοντική ανακεφαλαιοποίηση τους. Η κουβέντα που διεξάγεται δημοσίως με επίκεντρο τις δυνητικές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών είναι κομβική όχι μόνο επειδή δρα ανασταλτικά στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης και στην προσπάθεια επιστροφής των καταθέσεων, αλλά και επειδή μπορεί να αποδειχθεί τοξική τόσο σε πολιτικό επίπεδο για την κυβέρνηση, όσο και συνολικά για την οικονομία και τη χώρα.

Είναι προφανές πως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλα τα παραπάνω θα μπουν από τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο στην ατζέντα της τρίτης αξιολόγησης, μαζί με τα θέματα που αφορούν στο Δημόσιο (αξιολόγηση, κινητικότητα, συμβασιούχοι κλπ), τα κοινωνικά επιδόματα και τις εργασιακές σχέσεις. Διαμορφώνεται έτσι ένας αυστηρά καθορισμένος χρόνος εντός του οποίου ανάλογα με τις εξελίξεις, θα ληφθεί η απόφαση για πρόωρη -εντός του 2018- προσφυγή στις κάλπες ή για εξάντληση της τετραετίας.

Η κυβέρνηση θα κληθεί να δοκιμάσει τις αντοχές της, να αγνοήσει τις Σειρήνες που την καλούν να δυναμιτίσει το κλίμα οδεύοντας σε μια ακόμη συγκρουσιακή διαπραγμάτευση, και να πείσει τόσο τους δανειστές όσο και τους επενδυτές στους οποίους προσβλέπει για να υλοποιήσει μια «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο, ότι μπορεί να κλείσει πολύ γρήγορα την 3η αξιολόγηση και να ξεκινήσει μια 4η ή ακόμη και μια 5η. Αυτός είναι πλέον ο μόνος δρόμος που έχει μείνει ανοιχτός ώστε να συγκεντρώσει το απαραίτητο αποθεματικό μαξιλάρι των 12-15 δισ. ευρώ που χρειάζεται για να εγγυηθεί ότι μπορεί να ανταπεξέλθει χρηματοδοτικά στις αυξημένες απαιτήσεις του 2019 χωρίς πιστοληπτική γραμμή που ισοδυναμεί με νέο μνημόνιο, και χωρίς να προξενήσει περαιτέρω ζημιά στην οικονομία.

Οι πολίτες περιμένουν από φέτος να δουν πραγματική βελτίωση στην οικονομία και τις προοπτικές της χώρας και της δικής τους θέσης. Μετά από δύο χαμένα χρόνια και απανωτές διαψεύσεις λόγων και έργων,  η κυβέρνηση μιλά για ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 2-3%, μείωση της ανεργίας, διψήφια άυξηση επενδύσεων, κατάργηση των capital controls και οριστική έξοδο από τα μνημόνια.

Για να υλοποιηθούν αυτά έστω και στο ελάχιστο τον επόμενο χρόνο, πρέπει να συμφωνήσει και η ίδια η πραγματικότητα με τις φιλόδοξες προσδοκίες. Και προς το παρόν αυτό δεν συμβαίνει.

Αν τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση δεν καταφέρει κάποια σημαντική επιτυχία στα μέτωπα οικονομικής αντεπίθεσης που σχεδιάζει σήμερα, η κατάσταση δεν θα γίνει μόνο μη αναστρέψιμη για την ίδια, αλλά μπορεί να αποβεί επώδυνη για την οικονομία.

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

Γ. Καρελιάς, Η επόμενη κυβέρνηση περνάει από το Κέντρο…

Γράφει ο  Γιώργος Καρελιάς-  http://www.protagon.gr

Η μοναδική πραγματική πολιτική είδηση του καλοκαιριού είναι οι διεργασίες στο χώρο του Κέντρου (Κεντροαριστεράς, Σοσιαλδημοκρατίας ή όπως αλλιώς λέγεται). Όλα τα άλλα (π.χ. η αντιπαράθεση για ναζισμό-κομμουνισμό) είναι εκτός τόπου και χρόνου και, κυρίως, ήταν κυβερνητικός αντιπερισπασμός, στον οποίο τσίμπησε η αντιπολίτευση.

Αντίθετα, στις διεργασίες που γίνονται στον κεντρώο χώρο υπάρχει αληθινό πολιτικό διακύβευμα. Μπορεί σήμερα να φαίνεται υπερβολικός ο ισχυρισμός, αλλά από το αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών θα κριθεί, υπό προϋποθέσεις, η επόμενη κυβέρνηση της χώρας. Θα το εξηγήσουμε.

Προέχει, όμως, να οδηγηθούν σε αποτέλεσμα οι διεργασίες αυτές. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν από μερικούς μήνες, όταν τα πάντα είχαν βαλτώσει, σήμερα φαίνεται ότι η θετική κατάληξη είναι προ των πυλών. Και αυτό πρέπει να πιστωθεί εν πολλοίς στη σημερινή ηγεσία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης-ΠΑΣΟΚ. Η κυρία Γεννηματά, υπό τις θετικές παροτρύνσεις έμπειρων και ανοιχτόμυαλων ανθρώπων (π.χ. Κώστας Σημίτης) κατανόησε ότι, αν δεν γίνει προσπάθεια «να ανοίξει το παιχνίδι», ο χώρος θα σέρνεται σε μονοψήφια ποσοστά και το μέλλον του θα είναι αβέβαιο. Η συγκρότηση της «επιτροπής Αλιβιζάτου» βοήθησε πολύ να ξεπεραστεί η καχυποψία, που επικρατούσε σε άλλους, όμορους, χώρους.

Ετσι, φαίνεται ότι και το Ποτάμι προσανατολίζεται να συμμετάσχει και πιθανότατα ο Σταύρος Θεοδωράκης να διεκδικήσει την αρχηγία του νέου, υπό διαμόρφωση, κόμματος. Αν συμβεί, θα είναι η καθοριστική εξέλιξη. Διότι το κόμμα αυτό μπορεί να κρατήσει στο χώρο εκλογικά στρώματα που δεν θα έμεναν, αν κυριαρχούσαν μόνο παλιότερες -«παραδοσιακές»- δυνάμεις.

Αν όλα εξελιχθούν όπως σήμερα φαίνονται, το νέο κόμμα θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις, μπαίνοντας σφήνα ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.

Μεταξύ των ψηφοφόρων που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 κυριαρχεί η απογοήτευση. Επειδή, όμως, οι περισσότεροι από αυτούς είναι «αντιδεξιοί» και «αριστερόστροφοι», πολύ δύσκολα θα πάνε στην κάλπη της ΝΔ. Αλλοι θα προτιμήσουν την αποχή και άλλοι θα παραμείνουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν δημιουργηθεί αξιόπιστος φορέας στον χώρο του Κέντρου(από τον οποίο άλλωστε προέρχονται), με διακριτά χαρακτηριστικά από την ΝΔ, θα τον δουν με άλλο μάτι. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προκαλέσει απογοήτευση σ΄αυτόν τον κόσμο, η ΝΔ δεν του εμπνέει εμπιστοσύνη. Αυτομάτως δημιουργείται πολιτικό κενό, το οποίο θα κληθεί να καλύψει τρίτη δύναμη. Και πιο κατάλληλη από αυτή που πάει να δημιουργηθεί στον ενδιάμεσο χώρο δεν υπάρχει.

Αν οι διεργασίες κυλήσουν ομαλά και η νέα ηγεσία εκλεγεί με άψογη διαδικασία-και υπάρχουν όλα τα εχέγγυα για να συμβεί αυτό-η μισή δουλειά θα έχει γίνει. Την άλλη μισή θα αναλάβει να κάνει ο(η) νέος αρχηγός και το επιτελείο του, εννοείται με την υποστήριξη και χωρίς την υπονόμευση των ηττημένων. Ποια θα είναι αυτή η δουλειά;

Πρώτον, να επαναφέρει την αξιοπιστία στην πολιτική ζωή, χωρίς τις τερατολογίες και αερολογίες, που εκτοξεύθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2012, όταν έγινε αξιωματική αντιπολίτευση, μέχρι και το πρώτο εξάμηνο του 2015, όταν προσγειώθηκε ανώμαλα στην κυβερνητική πραγματικότητα.

Δεύτερον, να συγκρατήσει τις όποιες υπερφίαλες επιδιώξεις κάποιων της άλλης πλευράς, οι οποίοι(μπορεί να) νομίζουν ότι αρκεί να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ για να τελειώσουν όλα τα δεινά μας. Επειδή δεν είναι έτσι, δηλαδή επειδή η κατάσταση δεν είναι άσπρο-μαύρο, ένα ισχυρό κόμμα στον ενδιάμεσο χώρο θα αποτελέσει ισχυρό ανάχωμα, θα επιφέρει πολιτική και κοινωνική ισορροπία και θα είναι καθοριστικός παράγοντας στην επόμενη κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή.

Δεν χρειάζονται μεγάλα λόγια. Όμως, ένα ισχυρό κόμμα στο χώρο μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς (μπορεί και να) αποτελεί σήμερα εθνική αναγκαιότητα. Mετά τις προσεχείς εκλογές, η Ελλάδα θα χρειάζεται τις μετριοπαθείς, μεταρρυθμιστικές, υπεύθυνες δυνάμεις του Κέντρου και όχι μια εκτός ορίων σύγκρουση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.

Υ.Γ.: Οι προσωπικές φιλοδοξίες είναι θεμιτές. Αλλά ας μην μετατρέψουν τη διεκδίκηση της αρχηγίας του νέου κόμματος σε πασαρέλα υποψηφίων. Το ποιοι έχουν πραγματικές δυνατότητες να εκλεγούν είναι λίγο-πολύ γνωστό. Οσοι από τους άλλους θέλουν απλώς να καταγραφούν ως υποψήφιοι αρχηγοί, ώστε να έχουν μετά καλύτερες προοπτικές στην κατανομή των θέσεων, δεν (θα) προσφέρουν καλή υπηρεσία. Ας συγκρατηθούν.

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2017

Ανδρέας Πετρουλάκης, Το κιβώτιο του ΣΥΡΙΖΑ

Του  Ανδρέα Πετρουλάκη, http://www.protagon.gr

Στο «Κιβώτιο» του Αρη Αλεξάνδρου, μία ομάδα 40 ανταρτών αναλαμβάνει την αποστολή να μεταφέρει ένα κιβώτιο με περιεχόμενο πολύτιμο για την έκβαση του Εμφυλίου υπέρ του Δημοκρατικού Στρατού. Επρόκειτο για αποστολή αυτοκτονίας καθώς η πορεία που θα ακολουθούσαν περνούσε υποχρεωτικά μέσα από τις γραμμές του εχθρού. Τελικά στην φονική διαδρομή αποδεκατίστηκαν με διαφορετικούς τρόπους όλοι πλην ενός, ο οποίος και παρέδωσε το κιβώτιο. Το κιβώτιο ήταν άδειο. Δεν θα επεκταθώ περισσότερο για το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο, αλλά καιρό τώρα μου έχει δημιουργηθεί η σκέψη ότι τα τελευταία χρόνια ζούμε μια φάρσα του μύθου του «Κιβώτιου».

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την ιστορική αποστολή να καταλάβει την εξουσία για πρώτη φορά για λογαριασμό της Aριστεράς. Κουβαλούσε μαζί του όλη τη σκευή της ιστορίας της, τις παρακαταθήκες των παλιών αγωνιστών της, την εξωραϊσμένη αυτοεικόνα του σύγχρονου συντρόφου, το αίσθημα ηθικής υπεροχής που εμπότιζε τα κύτταρα κάθε αριστερού. Στον Αλέξη Τσίπρα και τους συντρόφους του παραδόθηκε ένα μυθικής αξίας κιβώτιο.
Στα χρόνια της αντιπολίτευσης το κουβάλησαν στις μάχες του άοπλου εμφύλιου. Στο άλλο στρατόπεδο υπήρχαν οι προδότες των Μνημονίων που φτωχοποιούσαν τον λαό, οι υποτελείς της τρόικας που έβαζαν φόρους, οι ασπόνδυλοι εντολοδόχοι της Μέρκελ που έκοβαν μισθούς και συντάξεις, οι διαπλεκόμενοι των συμφερόντων που ξεπουλούσαν τον εθνικό πλούτο. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα ερχόταν να διώξει τους δεξιούς και ακροδεξιούς της εξουσίας, να σκοτώσει τη διαπλοκή, να διαγράψει το χρέος, να σκίσει το Μνημόνιο, να διεκδικήσει τις γερμανικές αποζημιώσεις, να απαγορεύσει την είσοδο στη χώρα στους τροϊκανούς, να αποτρέψει το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, να εθνικοποιήσει τις τράπεζες, να αποκαταστήσει τις απώλειες των εισοδημάτων, να πατάξει την ανεργία, να κλείσει το κάτεργο της Αμυγδαλέζας, να δώσει νέα πνοή στον τόπο.

Η μια μετά την άλλη οι διαψεύσεις άρχισαν να σκάνε με κρότο. Η πρώτη δουλειά του αριστερού νικητή των εκλογών ήταν να συμμαχήσει με τους πιο δεξιούς των δεξιών. Στη συνέχεια υπέγραψε ένα κατάδικό του Μνημόνιο, άρχισε να καλοδέχεται τους τροϊκανούς με άλλο όνομα στο Χίλτον, ξέχασε τα περί γερμανικών οφειλών, έγινε ο καλύτερος φίλος της Μέρκελ, διόγκωσε τη φορολογία σε εξοντωτικά επίπεδα, μείωσε κι άλλο το εισόδημα, αύξησε την πραγματική ανεργία, έστησε τη δική του διαπλοκή, συνέχισε απαράλλαχτο το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των προδοτών, ξεπούλησε τις τράπεζες στα ξένα funds, εκλιπάρησε για μια μικρή ελάφρυνση του χρέους. Εκανε τα ίδια πράγματα, πολύ ακριβότερα. Για κερασάκι έκανε και αυτό που δεν τόλμησαν ποτέ οι δεξιοί, να υποθηκεύσει τον δημόσιο πλούτο για 99 χρόνια.

Εχανε φέτα-φέτα τον ιδεολογικό του κορμό, αλλά πάλι λες, υποχρεώθηκε από τον οικονομικό εκβιασμό. Βλέπεις όμως και από την άλλη να στέλνουν τα ΜΑΤ που θα καταργούσαν εναντίον συνταξιούχων, να έχουν οχυρωθεί σιδερόφραχτοι μέσα στο Μαξίμου, να κάνουν πολυέξοδα ταξίδια με το πρωθυπουργικό αεροπλάνο που θα πουλούσαν, να έχουν ανοίξει νέες χειρότερες Αμυγδαλέζες, να σκηνοθετούν εθνικολαϊκιστικές φιέστες που δεν είχαμε δει ποτέ επί Δεξιάς, να έχουν στενότερες σχέσεις με την Εκκλησία από τον Σαμαρά, να υπάρχει ένας υπουργός μόνιμα ντυμένος αξιωματικός, να στήνουν φάμπρικες με χρυσαυγίτες σαν νέοι Μπαλτάκοι και αναρωτιέσαι, η τρόικα τους υποχρεώνει να τα κάνουν κι αυτά;

Τι έχει μείνει από εκείνο το κόμμα και από εκείνους τους συντρόφους του πρώτου καιρού της επέλασης προς τη νίκη; Ενα απομεινάρι γκροτέσκο αριστερής ρητορικής, μια τσακισμένη ιδεολογική ραχοκοκαλιά, ένα κόμμα χωρίς παρελθόν, ένα άδειο πουκάμισο. Λίγοι απογοητευμένοι οπαδοί, κάτι κουρασμένα στελέχη, σύντροφοι που καθημερινά λιγοστεύουν, αραιώνουν, αποδεκατίζονται. Τι είδους κόμμα είναι αυτό που μας κυβερνά, ξέρει κανείς;

Φαντάζομαι μια εικόνα σε έναν αόριστο μέλλοντα, τον αρχηγό αποκομμένο από την πολιτική μήτρα που τον γέννησε, χωρίς ιδεολογική πατρίδα, τελευταίο εναπομείναντα της περιπέτειας, να σέρνει μόνος τα κουρασμένα του βήματα και εκείνο το κιβώτιο που έπρεπε να παραδώσει. Ο άγνωστός του αριστερός ανακριτής να τον ρωτά, τελικά τι διαφορά είχες από τους αντιπάλους σου; Και το ανοιγμένο κιβώτιο να χάσκει απειλητικό και να έχει μέσα μια γραβάτα.

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017

Ισχυρό Κέντρο και όχι «τσόντα» για ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ

Γράφει ο  Γιώργος Καρελιάς, http://www.protagon.gr

Μέχρι και πέρσι τέτοια εποχή κάθε συζήτηση που αφορούσε άλλον πολιτικό χώρο, πέραν του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, ήταν αδιάφορη. Οι δύο είχαν το μονοπώλιο. Τώρα, κατακαλόκαιρο, «πρωταγωνιστεί» ένα τρίτο κόμμα ή καλύτερα πολιτικός χώρος, που ακόμα δεν έχει οριστικοποιήσει ούτε τη φυσιογνωμία ούτε την ηγεσία του.

Ο χώρος του Κέντρου (της Κεντροαριστεράς, της Σοσιαλδημοκρατίας ή όπως αλλιώς τον αποκαλούν) βρίσκεται στη φάση της «ανασυγκρότησης», χωρίς ακόμα να είναι σαφές πώς αυτή θα γίνει, δηλαδή με ποια ηγεσία και σε ποια πολιτική κατεύθυνση. Παρόλα αυτά μέρος της συζήτησης επικεντρώνεται ήδη στο ερώτημα «με ποιον θα πάει» μετά τις εκλογές. Αν, δηλαδή, θα πέσει στην «αγκαλιά» του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ. Η συζήτηση διεξάγεται μέσω άρθρων, συνεντεύξεων και δηλώσεων κυρίως στελεχών του ΠΑΣΟΚ, νυν ή πρώην, που εμφανίζονται να επιχειρούν να το ποδηγετήσουν προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση.
  • kaminisfofikiss
Η συζήτηση αυτή είναι αποπροσανατολιστική και δεν είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Διότι αφορά και άλλες – υπαρκτές και όχι πολιτικά κελύφη που δεν έχουν μετρηθεί εκλογικά- δυνάμεις. Μια τέτοια δύναμη είναι το Ποτάμι, η συμμετοχή του οποίου μπορεί να προσδώσει δυναμική στο εγχείρημα.

Γιατί είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση περί πιθανών συμμαχιών του κεντρώου χώρου; Για δύο βασικούς λόγους:

Πρώτον, διότι προέχει η δική του ανασυγκρότηση και όχι ο ετεροκαθορισμός του. Η χώρα έχει ανάγκη από ένα ισχυρό ενδιάμεσο κόμμα, που μπορεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και όχι από κάποιον κολαούζο του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ.

Δεύτερον, διότι ο χώρος αυτός είναι ευθέως ανταγωνιστικός εκλογικά και με τα δύο μεγαλύτερα (σήμερα) κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απορροφήσει ήδη από το 2015 το μεγαλύτερο κομμάτι των πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και έτσι έγινε κυβέρνηση. Μεγάλο μέρος αυτών των ψηφοφόρων έχει απογοητευθεί από τη σημερινή κυβέρνηση και πιθανότατα θα «μετακομίσει» στις προσεχείς εκλογές. Κάποιοι θα μετακινηθούν απευθείας στον διαφαινόμενο νικητή, την ΝΔ. Ετσι γίνεται διαχρονικά. Ομως, οι άλλοι, που είναι και οι περισσότεροι, δεν θα στραφούν εκεί. Αυτούς μπορεί να τους διεκδικήσει ένα ενδιάμεσο κόμμα, άλλωστε αυτή είναι η κοίτη τους. Επομένως, ο χώρος του Κέντρου πρέπει να ασκεί συστηματική και έντονη αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τα καίρια προβλήματα που απασχολούν αυτόν τον κόσμο (την ανεργία, την αποσάθρωση της αγοράς εργασίας, την υγεία κ.ά.) και όχι για ανούσια ή δευτερεύοντα (πχ τους σημαιοφόρους στο… Δημοτικό!), που αποτελούν προνομιακό πεδίο κυρίως για τη ΝΔ.

Και με τη ΝΔ ο χώρος του Κέντρου είναι ανταγωνιστικός και όχι συμπληρωματικός. Οχι για λόγους «ιστορικούς», όπως φαίνεται να πιστεύουν ορισμένα παλαιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που διακατέχονται από την αντιδεξιά λογική των δεκαετιών του ’70 και του ’80. Αυτή έχει ξεπεραστεί από τον χρόνο, αλλά και από την απουσία των ηγετών που την καλλιέργησαν (Ανδρέας Παπανδρέου – Κωνσταντίνος Μητσοτάκης).

Βεβαίως, στη σημερινή μνημονιακή Ελλάδα, όπου όλες οι κυβερνήσεις, από τη Δεξιά μέχρι την Αριστερά, εφαρμόζουν αποφάσεις που υπαγορεύονται από τους δανειστές, ακούγεται λίγο αφελής ο ισχυρισμός ότι υπάρχουν περιθώρια για ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στην εφαρμοζόμενη πολιτική. Παρόλα αυτά η ατζέντα ενός κεντρώου-κεντροαριστερού κόμματος δεν μπορεί να (δίνει την εντύπωση ότι) ταυτίζεται με την αντίστοιχη του συντηρητικού. Διότι τότε θα υπερισχύει το, ισχυρότερο σήμερα, συντηρητικό, χωρίς το άλλο κόμμα να μπορέσει να ξεφύγει από την εκλογική καχεξία του.

Αυτή ακριβώς θα είναι η σημαντικότερη δυσκολία που θα έχει η νέα ηγεσία του υπό ανασυγκρότηση νέου κόμματος, αν η ανασυγκρότηση γίνει με όλες ή με τις σημαντικότερες δυνάμεις του χώρου: να πείσει όσο το δυνατόν περισσότερα στρώματα ψηφοφόρων ότι χρειάζεται ως αυτόνομος ισχυρός πόλος και όχι ως «συμπλήρωμα», κοινώς «τσόντα», του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ.

Αυτόν τον ρόλο μπορεί να θέλουν για το ανασυγκροτούμενο Κέντρο ο Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν μπορούν, όμως, να τον θέλουν η Φώφη Γεννηματά, ο Γιώργος Καμίνης, ο Σταύρος Θεοδωράκης και όποιος άλλος πιστεύει ότι ο χώρος αυτός έχει κάτι να περισσότερο να δώσει και όχι να εξαϋλωθεί από τους κομματικούς και προσωπικούς μικροϋπολογισμούς.

Αν αυτοί δεν παραμεριστούν, η χώρα είναι καταδικασμένη να ζήσει σε ένα χρόνο από τώρα μια άνευ ορίων προεκλογική σύγκρουση ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ με χαρακτηριστικά παλιότερων δεκαετιών, χωρίς οι μετριοπαθείς δυνάμεις του Κέντρου να μπορούν να παρέμβουν και, κυρίως, να έχουν ουσιαστικό ρόλο μετά. Θα είναι ό,τι χειρότερο. Ποιοι το θέλουν;

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Αλίμονο στους νέους, Ανεργία ή δουλειά με 265 Ευρώ καθαρά



Αποκαρδιωτικά τόσο για τους νέους όσο και για εκείνους που ανήκουν στη γενιά των τριαντάρηδων και σαραντάρηδων είναι τα ευρήματα από την επεξεργασία του  «μισθολογίου»  στον ιδιωτικό τομέα.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ΚAΘΗΜΕΡΙΝΗ, που παρουσιάζει στοιχεία από τις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις που υποβάλλονται στον ΕΦΚΑ, για να έχει πιθανότητες εξασφάλισης ενός τετραψήφιου καθαρού μισθού ο εργαζόμενος θα πρέπει να έχει περάσει τα 50 χρόνια.

Όσον αφορά τους νέους κατά των 30 ετών, τα στοιχεία αποτυπώνουν τη σκληρή πραγματικότητα:
Ο νέος ηλικίας 24 ετών αμείβεται σήμερα στην Ελλάδα με 380 ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο.
Ενώ ο ηλικίας 18 ετών –αν βρει δουλειά, θα πρέπει να συμβιβαστεί με 265 ευρώ καθαρά κατά μέσο όρο.

Τι δείχνει η ηλικιακή πυραμίδα;

1. Στη χειρότερη μοίρα, όπως θα αναμενόταν άλλωστε, βρίσκονται οι νεότεροι εργαζόμενοι ηλικίας 19 ετών και κάτω. Οι ασφαλισμένοι της ηλικιακής ομάδας 15-19 ετών είναι μόλις 33.000 άτομα και η μέση αμοιβή διαμορφώνεται στα 315,34 ευρώ μεικτά ή στα 264,88 ευρώ καθαρά, αν αφαιρεθούν οι ασφαλιστικές εισφορές του εργαζομένου. Συγκριτικά με τα προ κρίσης επίπεδα, οι αμοιβές τους εμφανίζουν τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση από όλες τις ηλικιακές ομάδες. Το 2009, οι νέοι ηλικίας 18 ετών εισέπρατταν 548 ευρώ μεικτά (κατά μέσο όρο), κάτι που σημαίνει ότι από τότε μέχρι σήμερα έχουν χάσει το 42% του μισθού τους.

2. Ανάλογη είναι η εικόνα και στους νέους ηλικίας 20 ετών. Στην ηλικιακή ομάδα 20-24 ετών, η μέση αμοιβή έχει υποχωρήσει στα 454 ευρώ μεικτά ή στα 381 ευρώ καθαρά. Στην ηλικιακή ομάδα των 20-24 ετών ανήκουν αυτήν τη στιγμή 178.000 άτομα, δηλαδή περίπου οι 8 στους 100. Και για τους ηλικίας 20 ετών, η μέση μείωση αποδοχών ανέρχεται στο 42% συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2009.

3. Η ηλικιακή ομάδα 25-29 ετών με 257.198 ασφαλισμένους, ζει κατά μέσο όρο με 606 ευρώ μεικτά ή 509 καθαρά αν αφαιρεθούν οι ασφαλιστικές εισφορές. Λόγω της μερικής απασχόλησης και της «βύθισης» του βασικού μισθού, έχει καταγραφεί μείωση της τάξεως των 36,49% συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2009.

4. Στην ηλικία των 30-34 ετών, ο μέσος μισθός τον Δεκέμβριο του 2009 έφτανε στα 1.146 ευρώ μεικτά, για να υποχωρήσει τον Ιούνιο του 2016 κατά 31% στα 785,82 ευρώ μεικτά ή στα 660 ευρώ καθαρά.

5. Στους 35-39 ετών, ο μέσος καθαρός μισθός είναι 796 ευρώ καθαρά (μεικτές αποδοχές 968 ευρώ). Προ κρίσης, οι μέσες μεικτές αποδοχές έφταναν στα 1.310 ευρώ.

6. Οι σαραντάρηδες είχαν το 2009 μέσες μεικτές αποδοχές της τάξεως των 1.422 ευρώ (για όσους ανήκαν στο πρώτο μισό της δεκαετίας) έως 1.530 ευρώ. Οι εκπρόσωποι της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας εμφανίζονται να έχουν υποστεί μικρότερες περικοπές σε σχέση με τους νεότερους.
  
Μερική ή περιοδική απασχόληση, ανασφάλιστη εργασία, σοβαρή μείωση των αποδοχών όσων εργάζονται, αυτή είναι η πραγματική εικόνα. Όσο κι αν προσπαθεί η κυβέρνηση να ωραιοποιήσει τα πράγματα και να δείξει ότι μειώνεται η ανεργία, η σκληρή πραγματικότητα την διαψεύδει κατηγορηματικά.